Λίγος Θουκιδίδης, ποτέ δεν έβλαψε! Αν τον διάβαζαν οι Σκοπιανοί θα καταλάβαιναν γιατί οι Μακεδόνες, ήταν και είναι μια από τις εκατοντάδες υποδιαιρέσεις του Εληνισμού.Διαβάστε το:
95. Ο Σιτάλκης και το Θρακικόν του βασίλειον.
Η ΜακεδονίαΕις τον ίδιον περίπου καιρόν, κατά τας αρχάς του νέου χειμώνος, ο Οδρύσης Σιτάλκης, υιός του Τήρεω, βασιλεύς των Θρακών, εξεστράτευσεν εναντίον του Περδίκκα, υιού του Αλεξάνδρου, βασιλέως της Μακεδονίας, και των πόλεων της Χαλκιδικής, επιθυμών να επιβάλη την εκτέλεσιν μιας υποσχέσεως και να εκτελέση ο ίδιος μίαν άλλην. Διότι αφ' ενός μεν ο Περδίκκας, ο οποίος ευρισκόμενος εις τας αρχάς του πολέμου εις πολύ δύσκολον θέσιν, είχε δώσει υποσχέσεις προς τον Σιτάλκην, υπό τον όρον, ότι ο τελευταίος θα τον συνεφιλίωνε με τους Αθηναίους, και ότι δεν θα επανέφερε τον αδελφόν του Φίλιππον, ο οποίος ήτο εχθρός του, δια να τον εγκαταστήση βασιλέα, δεν εξετέλει τας υποσχέσεις του αυτάς. Εξ άλλου, ο ίδιος ο Σιτάλκης, όταν συνωμολόγησε την συμμαχίαν με τους Αθηναίους, είχεν αναλάβει απέναντί των την υποχρέωσιν να τερματίση τον Χαλκιδικόν πόλεμον, Ένεκα λοιπόν των δύο αυτών λόγων, επεχείρει την εκστρατείαν, έχων μαζί του και τον υιόν του Φιλίππου Αμύνταν, δια να τον εγκαταστήση βασιλέα των Μακεδόνων, και τους πρέσβεις των Αθηναίων, οι οποίοι είχαν έλθει προς αυτόν εξ αφορμής ακριβώς της εκστρατείας, και ως στρατηγόν τον Άγνωνα. Διότι και οι Αθηναίοι επρόκειτο, κατά τα συμφωνηθέντα, να συμπράξουν εναντίον των πόλεων της Χαλκιδικής δια της αποστολής όχι μόνον στόλου, αλλά και στρατού, όσον το δυνατόν περισσοτέρου.
96. Ο Σιτάλκης, λοιπόν, αρχίζων από την χώραν των Οδρυσών, εκάλεσε πρώτον υπό τας σημαίας του τους εντεύθεν του όρους Αίμου και της Ροδόπης, μέχρι των ακτών του Ευξείνου Πόντου και του Ελλησπόντου Θράκας, επί των οποίων εβασίλευεν, έπειτα πέραν του Αίμου τους Γέτας και όσα άλλα φύλα ήσαν εγκατεστημένα εντεύθεν του Ίστρου προς τα παράλια ιδίως του Ευξείνου Πόντου. Οι Γέται και τα άλλα φύλα των μερών αυτών είναι όχι μόνον γείτονες των Σκυθών, αλλά και έχουν όμοιον με αυτούς οπλισμόν, είναι δηλαδή όλοι ιπποτοξόται. Εκάλεσε προς τούτοις να τον ακολουθήσουν πολλούς από τους ορεινούς μαχαιροφόρους Θράκας, οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι, επονομάζονται Δίοι, και κατοικούν οι περισσότεροι την Ροδόπην. Από αυτούς άλλοι εστρατολογήθησαν ως μισθοφόροι και άλλοι ηκολούθησαν ως εθελονταί. Εκάλεσεν ακόμη υπό τας σημαίας του τους Αγριάνας και τους Λαιαίους και όλα τα Παιονικά φύλα, επί των οποίων εβασίλευε, και τα οποία ήσαν οι τελευταίοι προς το μέρος τούτο υπήκοοί του. Διότι εις την επικράτειάν του περιλαμβάνονται και οι Λαιαίοι Παίονες και ο ποταμός Στρυμών, ο οποίος πηγάζει από το όρος Σκόμβρον και διασχίζει την χώραν των Αγριάνων και Λαιαίων. Εκεί και πέραν αρχίζει η χώρα των ανεξαρτήτων Παιόνων. Προς το μέρος των Τριβαλλών, εξ άλλου, οι οποίοι είναι επίσης ανεξάρτητοι, το όριον του κράτους του αποτελούν οι Τρήρες και οι Τιλαταίοι, οι οποίοι κατοικούν προς βορράν του όρους Σκόμβρου, εκτεινόμενοι δυτικώς μέχρι του ποταμού Οσκίου. Ο ποταμός αυτός πηγάζει από την ιδίαν οροσειράν, από την οποίαν πηγάζουν και ο Εύρος και ο Νέστος, και είναι η οροσειρά αυτή, η οποία συνέχεται με την Ροδόπην, μεγάλη και ακατοίκητος.
97. Ως προς το μέγεθός του, το βασίλειον των Οδρυσών εξετείνετο προς το μέρος μεν της θαλάσσης από την πόλιν των Αβδήρων μέχρι του Ευξείνου Πόντου, έως τας εκβολάς του ποταμού Ίστρου. Την έκτασιν αυτήν ημπορεί κανείς, ακολουθών την συντομωτέραν πορείαν, να περιπλεύση με εμπορικόν σκάφος εις τέσσαρα ημερονύκτια, εάν ο άνεμος είναι διαρκώς ούριος. Κατά ξηράν, την απόστασιν από τα Άβδηρα έως τα εκβολάς του Ίστρου ημπορεί καλός πεζοπόρος να διανύση εις ένδεκα ημέρας, ακολουθών επίσης τον συντομώτερον δρόμον. Τόση ήτο η έκτασις του κράτους των Οδρυσών από θάλασσαν εις θάλασσαν. Προς την διεύθυνσιν του εσωτερικού, η απόστασις από το Βυζάντιον έως την χώραν των Λαιαίων και τον ποταμόν Στρυμόνα (δηλαδή η μακροτέρα απόστασις από την θάλασσαν προς το εσωτερικόν) ημπορεί να διανυθή από καλόν πεζοπόρον εις δέκα τρεις ημέρας. Ως προς τον φόρον, εξ άλλου, τον οποίον επλήρωναν τα υπό των βαρβάρων κατοικούμενα εδάφη και αι Ελληνικαί πόλεις, επί των οποίων εξετείνετο η κυριαρχία των Οδρυσών, επί Σεύθου (ο οποίος, βασιλεύσας μετά τον Σιτάλκη, ηύξησε τα μέγιστα τωόντι την εξ αυτού πρόσοδον), η αξία του ανήρχετο εις τετρακόσια περίπου τάλαντα νομίσματος, κατεβάλλετο δε σίτος εις χρυσόν και άργυρον. Και δώρα χρυσά και αργυρά αξίας όχι μικροτέρας του φόρου προσεφέροντο, εκτός από τα παντός είδους υφάσματα κεντημένα και απλά και άλλα είδη οικιακής χρήσεως, και μάλιστα όχι μόνον εις τον ίδιον τον βασιλέα, αλλά και εις τους υπ' αυτόν άρχοντας και τους ευγενείς Οδρύσας. Διότι εις τους Οδρύσας, αντιθέτως προς τα κρατούντα εις το βασίλειον των Περσών, εισήχθη και το έθιμον να λαμβάνουν μάλλον παρά να δίδουν. Ήτο δε μεγαλυτέρα εντροπή να μη δίδη κανείς, όταν του εζήτουν, παρά ζητών να μη λαμβάνη. Το έθιμον αυτό ίσχυε βεβαίως και μεταξύ των άλλων Θρακών, οι Οδρύσαι όμως βασιλείς, λόγω της μεγαλυτέρας δυνάμεώς των, το εξεμεταλλεύθησαν περισσότερον. Διότι δεν ημπορούσε κανείς να κατορθώση τίποτε χωρίς να δίδη δώρα. Ως εκ' τούτου, η βασιλεία των Οδρυσών απέβη ισχυροτάτη, και υπό έποψιν χρηματικών προσόδων και γενικής ευημερίας υπερέβαινεν όλα τα μεταξύ του Ιονίου κόλπου και του Ευξείνου Πόντου βασίλεια, μολονότι υπό έποψιν δυνάμεως και πλήθους στρατού ήτο πολύ υποδεεστέρα από το βασίλειον των Σκυθών. Διότι εάν υποτεθή ότι οι τελευταίοι αυτοί συμφωνούν όλοι μεταξύ των, όχι μόνον τα έθνη της Ευρώπης δεν ημπορούν να εξισωθούν με την δύναμίν των, αλλ' ούτε εις την Ασίαν ακόμη υπάρχει κανέν έθνος που να ημπορή μόνον του ν' αντιταχθή προς αυτούς. Άλλωστε, ούτε ως προς την κατά τα λοιπά ορθοφροσύνην και την αντίληψιν των χρησίμων εις την ζωήν ημπορούν να συγκριθούν με άλλους.
98. Ως βασιλεύς λοιπόν χώρας τόσον μεγάλης, παρεσκεύαζεν ο Σιτάλκης τον στρατόν του. Και μετά την συμπλήρωσιν των ετοιμασιών του, εξεκίνησε δια την Μακεδονίαν, πορευόμενος κατ' αρχάς δια της ιδικής του χώρας, και έπειτα δια του ερήμου όρους της Κερκίνης, το οποίον κείται μεταξύ των Σιντών και των Παιόνων. Το όρος αυτό διήλθεν ακολουθών τον δρόμον, τον οποίον ο ίδιος είχεν ανοίξει προηγουμένως δια μέσου του δάσους, όταν είχεν εκστρατεύσει εναντίον των Παιόνων. Εξελθών από το έδαφος των Οδρυσών ο στρατός και διερχόμενος δια του όρους, είχε δεξιά μεν τους Παίονας, αριστερά δε τους Σιντούς και τους Μαιδούς. Αφού δε επέρασε το όρος, έφθασεν εις Δόβηρον της Παιονίας. Κατά την πορείαν, ο στρατός του όχι μόνον δεν ηλαττώθη, εκτός από ασθενείας σποραδικάς, αλλά και ηύξανε. Διότι πολλοί από τους ανεξαρτήτους Θράκας ηκολούθουν απρόσκλητοι χάριν διαρπαγής, ώστε η ολική δύναμις ανήλθεν, ως λέγεται, εις εκατόν πενήντα τουλάχιστον χιλιάδας, από τους οποίους το μεγαλύτερον μέρος ήσαν πεζικόν και το εν τρίτον περίπου ιππικόν. Το περισσότερον ιππικόν παρείχαν οι ίδιοι οι Οδρύσαι και κατά δεύτερον λόγον οι Γέται. Από τους πεζούς, μαχιμώτατοι μεν ήσαν οι μαχαιροφόροι, οι οποίοι είχαν προσέλθει από τους ανεξαρτήτους ορεινούς κατοίκους της Ροδόπης, οι λοιποί δε ηκολούθουν ως άτακτα στίφη και ήσαν τρομεροί, κυρίως ως εκ του μεγάλου των πλήθους.
99. Ο στρατός λοιπόν του Σιτάλκου συνεκεντρώνετο εις την Δόβηρον και ητοιμάζετο να κατέλθη από τα υψώματα, δια να εισβάλη εις την Κάτω Μακεδονίαν, επί της οποίας εβασίλευεν ο Περδίκκας. Διότι υπάρχει και Άνω Μακεδονία, εις την οποίαν κατοικούν οι Λυγκησταί και οι Ελιμιώται και άλλα φύλα, τα οποία είναι μεν σύμμαχα και υπήκοα των κάτω Μακεδόνων, αλλ' έχουν βασιλείς ιδικούς των. Αλλά την περί την θάλασσαν εκτεινομένην χώραν, η οποία καλείται σήμερον Μακεδονία, κατέκτησαν πρώτον και εβασίλευσαν επ' αυτής ο πατήρ του Περδίκκα Αλέξανδρος και οι πρόγονοί του Τημενίδαι, οι οποίοι κατήγοντο αρχικώς από το Άργος, και οι οποίοι εξεδίωξαν δια της βίας των όπλων από μεν την Πιερίαν τους Πίερας, οι οποίοι εγκατεστάθησαν βραδύτερον εκείθεν του Στρυμόνος εις Φάγρητα και άλλα μέρη υπό το Παγγαίον (και μέχρι σήμερον δ' ακόμη η εις τους πρόποδας του Παγγαίου προς την θάλασσαν χώρα καλείται κοιλάς της Πιερίας), και από την καλουμένην Βοττίαν τους Βοττιαίους, οι οποίοι είναι σήμερον γείτονες της Χαλκιδικής. Κατέκτησαν ωσαύτως από την Παιονίαν λωρίδα γης, εκτεινομένην από το εσωτερικόν κατά μήκος του Αξιού προς την Πέλλαν και την θάλασσαν, και εξουσιάζουν ήδη πέραν του Αξιού μέχρι του Στρυμόνος την καλουμένην Μυγδονίαν, εκδιώξαντες απ' αυτήν τους Ηδώνας. Επίσης εξεδίωξαν από την καλουμένην σήμερον Εορδίαν τους Εορδούς, εκ των οποίων οι μεν πολλοί κατεστράφησαν, ολίγοι δε έχουν εγκατασταθή περί την Φύσκαν, και από την Αλμωπίαν τους Άλμωπας. Το ούτω συγκροτηθέν βασίλειον των Τημενιδών κατέκτησε και εξουσιάζει μέχρι σήμερον τα διαμερίσματα άλλων φύλων, όπως τον Ανθεμούντα, την Γρηστωνίαν, την Βισαλτίαν, και πολύ μέρος της καθαυτό Μακεδονίας. Ολόκληρον, εν τούτοις, το κράτος τούτο ονομάζεται Μακεδονία, και βασιλεύς αυτού, κατά τον χρόνον της εισβολής του Σιτάλκου, ήτο ο υιός του Αλεξάνδρου Περδίκκας.
100. Οι Μακεδόνες αυτοί, μη δυνάμενοι ν' αμυνθούν εναντίον της εισβολής τόσον μεγάλου στρατού, απεσύρθησαν εις τας εκ φύσεως οχυράς θέσεις και τα φρούρια, όσα υπήρχαν εις την χώραν. Τοιαύτα όμως φρούρια δεν υπήρχαν πολλά, διότι βραδύτερον μόνον ο υιός του Περδίκα Αρχέλαος, όταν έγινε βασιλεύς, οικοδόμησεν όσα σήμερον υπάρχουν εις την χώραν, εχάραξεν ευθείς δρόμους, και καθ' όλα τα άλλα ερρύθμισε τα του πολέμου δι' οργανώσεως του ιππικού και της προμηθείας όπλων και των λοιπών εφοδίων, καλλίτερα από όλους τους προ αυτού οκτώ βασιλείς. Ο στρατός των Θρακών, εκκινήσας από την Δόβηρον, εισέβαλε πρώτον εις την χώραν, η οποία ήτο προηγουμένως υπό την εξουσίαν του Φιλίππου, και εκυρίευσεν εξ εφόδου την Ειδομενήν, ενώ εξ άλλου η Γορτυνία, η Αταλάντη και μερικά άλλα μέρη υπετάχθησαν δια συνθηκολογίας, λόγω συμπαθείας προς τον υιόν του Φιλίππου Αμύνταν, ο οποίος ηκολούθει την εκστρατείαν. Τον Ευρωπόν, εξ άλλου, επολιόρκησαν μεν, δεν ημπόρεσαν όμως να κυριεύσουν. Μετά τούτο ήρχισε προελαύνων και εις την άλλην Μακεδονίαν, την προς τ' αριστερά της Πέλλης και του Κύρρου. Νοτιώτερον όμως δεν επροχώρησε μέχρι Βοττιαίας και Πιερίας, αλλ' ήρχισε να ερημώνη την Μυγδονίαν, την Γρηστωνίαν και τον Ανθεμούντα. Οι Μακεδόνες, εξ άλλου, ούτε εσκέφθησαν καν ν' αντισταθούν δια του πεζικού, αλλά προσκαλέσαντες τους συμμάχους των της Άνω Μακεδονίας να ενώσουν το υπάρχον ήδη ιππικόν των, καίτοι ολίγοι εναντίον πολλών, ενήργησαν επελάσεις κατά του στρατεύματος των Θρακών, οπουδήποτε ενόμιζαν ότι παρουσιάζεται κατάλληλος ευκαιρία. Και οπουδήποτε μεν εγίνετο η πρώτη κρούσις, κανείς δεν ημπορούσε ν' αντισταθή εναντίον ιππέων,όχι μόνον γενναίων, αλλά και φερόντων θώρακα, αλλ' οσάκις περιεκυκλώνοντο υπό μεγάλου πλήθους, περιήρχοντο εις σοβαρόν κίνδυνον, λόγω του ότι αι εχθρικαί δυνάμεις ήσαν πολλαπλάσιαι,εις τρόπον ώστε τελικώς κρίνοντες, ότι δεν είναι εις θέσιν να επιχειρούν τοιαύτα τολμήματα απέναντι τόσης αριθμητικής υπεροχής, τα παρήτησαν.
101. Ο Σιτάλκης ήλθεν εις διαπραγματεύσεις προς τον Περδίκκαν περί των λόγων, οι οποίοι επροκάλεσαν την εκστρατείαν, και επειδή οι Αθηναίοι δεν προσήλθαν με τον στόλον των προς βοήθειαν, διότι δεν επίστευαν ότι θα ήρχετο και εκείνος (περιωρίσθησαν δε μόνον εις την αποστολήν δώρων και πρέσβεων), απέστειλεν εν μέρος του στρατοί εις την Χαλκιδικήν και την Βοττικήν, και αφού ηνάγκασε τους κατοίκους να κλειστούν εντός των τειχών των, ήρχισε να ερημώνη την χώραν των. Αλλ' ενώ ήτο στρατοπεδευμένος εις τα μέρη αυτά, οι προς Νότον κατοικούντες Θεσσαλοί και οι κάτοικοι της Μαγνησίας και οι άλλοι υπήκοοι των Θεσσαλών και όλοι οι μέχρι των Θερμοπυλών Έλληνες εκυριεύθησαν από φόβον, μήπως ο στρατός του προελάση και εναντίον των, και ήρχισαν να ετοιμάζωνται. Και προς βορράν άλλωστε, εκυριεύθησαν επίσης από φόβον οι πέραν του Στρυμόνος κατοικούντες ανεξάρτητοι πεδινοί Θράκες, οι Παναίοι δηλαδή, οι Οδόμαντοι, οι Δρώοι, και οι Δερσαίοι. Αλλά και μακρότερον ακόμη, μεταξύ των Ελλήνων, όσοι ήσαν εχθροί των Αθηναίων, επροκάλεσεν ανησύχους συζητήσεις, μήπως παρασυρόμενος από αυτούς, λόγω της συμμαχίας, προελάση και εναντίον των. Αλλ' ο Σιτάλκης, εις το μεταξύ, ησχολείτο εις την ερήμωσιν όχι μόνον της Χαλκιδικής και της Βοττικής, αλλά και της Μακεδονίας συγχρόνως, την οποίαν εξηκολούθει κατέχων. Και επειδή όχι μόνον κανείς από τους σκοπούς της εισβολής του δεν επετύγχανεν, αλλά και ο στρατός του και τρόφιμα δεν είχε και, από την κακοκαιρίαν εταλαιπωρείτο, επείσθη επί τέλους από τον Σεύθην, τον υιόν του Σπαραδόκου, ο οποίος ήτο ανεψιός του και είχε την μεγίστην μετ' αυτόν επιρροήν, να επιστρέψη εις τα ίδια άνευ αναβολής. Τον Σεύθην, εξ άλλου, είχε προσεταιρισθή ο Περδίκας, υποσχόμενος εις αυτόν κρυφίως να του δώση εις γάμον την αδελφήν του και επί πλέον και προίκα. Πεισθείς ο Σιτάλκης, επέστρεψε με τον στρατόν του εσπευσμένως εις τα ίδια, αφού είχε μείνει εν συνόλω τριάντα ημέρας, από τας οποίας οκτώ κατηνάλωσεν εις την Χαλκιδικήν. Και ο Περδίκκας ύστερον έδωσεν εις γάμον την αδελφήν του Στρατονίκην εις τον Σεύθην, σύμφωνα με την υπόσχεσίν του. Τοιαύτη υπήρξεν η πορεία και το τέλος της εκστρατείας του Σιτάλκου.