Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2009

άρθρο: Νόμπελ Ειρήνης και λογοτεχνικοί Διαγωνισμοί

Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2009, εφημερίδα ΗΧΩ









Για το αδιέξοδο στο οποίο μας φέρνει τους πολίτες η υποκρισία τους,


προτείνω παρακαλώ να μετονομαστούν
από «βραβεία» σε «κίνητρα»

http://www.antibaro.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=6145:1009-nobel&catid=66:misc&Itemid=131


Συντάκτης: Μαρία Παπαδοπούλου
Δευτέρα, 26 Οκτωβρίου 2009







Η βράβευση του προέδρου των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, με το Νόμπελ Ειρήνης το 2009, άνοιξε αναμενόμενες συζητήσεις περί πολιτικού ρατσισμού. Ωστόσο διαβάζουμε ότι κάποτε για το ίδιο βραβείο είχε προταθεί και ο …Αδόλφος Χίτλερ, ενώ υπήρξαν κι άλλες διάσημες υποψηφιότητες όπως του Ιωσήφ Στάλιν και του Μπενίτο Μουσολίνι!

Βέβαια, εφόσον κάθε υποψηφιότητα προτείνεται από ένα μεμονωμένο πρόσωπο, τέτοιες υποψηφιότητες υποτίθεται ότι δεν εκφράζουν την άποψη ολόκληρης της νορβηγικής επιτροπής. Είναι γεγονός όμως ότι το Νόμπελ Ειρήνης έχει γίνει αντικείμενο διαφωνιών αρκετές χρονιές κατά τη διάρκεια της ιστορίας του.
Διότι Νόμπελ Ειρήνης δεν δόθηκε μόνον στον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, στο Ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τα Παιδιά(UNICEF), στην Μητέρα Τερέζα, στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Δόθηκε και σε αμφιλεγόμενα πρόσωπα. Για παράδειγμα, το 1906 το Νόμπελ δόθηκε στον Θεόδωρο Ρούσβελτ ως πρωτοστάτη στην ίδρυση του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου της Χάγης, το 1994 στους Σιμόν Πέρες, Γιτζάκ Ράμπιν και Γιασέρ Αραφάτ για το ρόλο τους στις ειρηνευτικές συνομιλίες ανάμεσα σε Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους, το 1973 δόθηκε στους Χένρι Κίσιγκερ και Λι Ντουκ Το(ο δεύτερος είχε αρνηθεί το βραβείο) για την επίτευξη της ειρήνης στο Βιετνάμ, το 2001 στον Κόφι Ανάν(εκπροσώπου της Γκάνα) για τη δουλειά τους στη δημιουργία ενός ειρηνικότερου και καλύτερα οργανωμένου κόσμου. Ορισμένα από τα βραβεία που δόθηκαν ήρθαν αντιμέτωπα με την έντονη κριτική του κοινού και άλλα οδήγησαν σε παραιτήσεις μελών της επιτροπής βράβευσης.

Πρέπει να παρατηρήσουμε ωστόσο ότι το Νόμπελ Ειρήνης δεν είναι όπως τα υπόλοιπα ετήσια και διεθνούς αίγλης Νόμπελ. Δεν είναι δηλαδή όπως τα Νόμπελ, Φυσικής, Χημείας, Ιατρικής και Οικονομικών Επιστημών. Η διαφορά του αυτή δεν αποδίδεται μόνον στην εγγενή αδυναμία του να αξιολογήσει με αντικειμενικό τρόπο ένα αντικείμενο που δεν αποτελεί μετρήσιμη οντότητα. Διότι όλα τα υπόλοιπα Νόμπελ, ακόμη και το Νόμπελ Λογοτεχνίας, απονέμονται με αφορμή κάποιο συγκεκριμένο και περατωμένο έργο στις επιστήμες. Ενώ το Νόμπελ για την Ειρήνη μπορεί να απονεμηθεί σε πρόσωπα ή Οργανισμούς κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς τους για την αντιμετώπιση συγκρούσεων ή τη δημιουργία ειρήνης. Από αυτό διαφαίνεται ότι συχνά επιδιώκει όχι τόσο να επιβραβεύσει μια ολοκληρωμένη συνεισφορά αλλά να ενθαρρύνει τις φιλειρηνικές ιδέες. Ακόμη κι αν αποτελούν απλές προθέσεις έργων ειρήνης και δεν έχουν γίνει πράξη και ούτε έχουν αποδείξει ακόμη κατά πόσο μπορούν να υλοποιηθούν.

Έτσι, αν η κρίση της επιτροπής βράβευσης δεν μεροληπτεί για να εξυπηρετήσει διπλωματικά παίγνια και δεν βαρύνεται με το στίγμα μιας θρασύτατης αναξιοκρατίας, τότε ενδέχεται να εκφράζει μια επιθυμία των μελών της να δώσουν ένα κίνητρο στους βραβευθέντες ώστε να προβούν σε αναθεωρήσεις στους πολιτικούς χειρισμούς τους. Διότι, όπως σχολιάζεται, η πολιτική σημασία του βραβείου αυτού έχει απίστευτα μεγάλη βαρύτητα και συχνά συνέβαλε στην αλλαγή δεδομένων ή ακόμη και σε ανατροπή καθεστώτων. Με αυτό το σκεπτικό τότε, αναμένουμε μετά τη βράβευσή του ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ομπάμα να αποδείξει ότι θα κάνει σοβαρά πράγματα στην Μέση Ανατολή και ότι θα δώσει τέλος στον πόλεμο του Αφγανιστάν και σε πολλά άλλα προβλήματα. Επίσης, αισιοδοξούμε ότι θα ενδυναμώσει τη διεθνή διπλωματία υπέρ των χωρών που διάγουν σε κατάσταση κρίσης στην ειρήνη και την εδαφική τους ασφάλεια και θα συμβάλλει στη βελτίωση της συνεργασίας των λαών.

Φαινομενικά, η παραπάνω τεκμηρίωση θα εξιδανίκευε θαυμάσια τις βραβεύσεις όλων των διαγωνισμών, αλλά δίπλα στην εξιδανίκευση ανασύρει ταυτόχρονα και την απαξίωση. Διότι το επίμαχο ερώτημα δεν είναι μόνον το γιατί βραβεύτηκε κάποιος αλλά και το γιατί απορρίφθηκαν τόσοι άλλοι. Τέτοια ερωτήματα, αν και δεν διατυπώνονται πάντοτε δημόσια, σίγουρα γράφονται στην ατομική και κοινωνική συνείδηση. Τελικά, οι πολίτες, μέσα από τα βιώματά τους και τις σημειωτικές ερμηνείες τους για τις βαρύγδουπες πράξεις επώνυμων προσώπων, δείχνουν ότι έχουν σκιαγραφήσει την υποκρισία αλλά έχουν συνειδησιακά αποδεχθεί μόνον την αναξιοκρατία.

Αρκεί να αναφέρουμε τρία βασικά επιχειρήματα που στοιχειοθετούν τις κοινώς αποδεκτές αδυναμίες του βραβείου αυτού:


α) Στην επιτροπή Νόμπελ προσάπτεται ότι δεν έχει εκπληρώσει τα κριτήρια που αναφέρονται στην διαθήκη του Άλφρεντ Νόμπελ, σύμφωνα με τα οποία το βραβείο απονέμεται σε ανθρώπους που θέτουν τέλος στον μιλιταρισμό και υποστηρίζουν τον αφοπλισμό.
β) Ιδιαίτερη αίσθηση μετά τις παρουσίες προκάλεσαν και οι αξιοσημείωτες απουσίες. Υπήρξαν προσωπικότητες όπως ο Μαχάτμα Γκάντι, ο Ραφαέλ Λέμκιν, και άλλοι, οι οποίοι δεν βραβεύτηκαν αν και υπήρξαν υποψήφιοι. Και επειδή ακριβώς ήταν υποψήφιοι για πολλά χρόνια, γι’αυτό δεν ευσταθεί η δικαιολογία ότι οι παραλείψεις αυτές προέκυψαν εξαιτίας του όρου της διαθήκης του Νόμπελ, με βάση τον οποίο μόνον πρόσωπα εν ζωή μπορούν να τιμηθούν με το βραβείο.
γ) Τα επιστημονικά και λογοτεχνικά Νόμπελ απονέμονται συχνά μετά την παρέλευση δύο ή και τριών δεκαετιών από το αναγνωρισμένο επίτευγμα. Αντίθετα το Νόμπελ Ειρήνης απονέμεται την ίδια χρονιά ή την αμέσως επόμενη. Ορισμένοι σχολιαστές επισημαίνουν ότι αυτό μπορεί να είναι άδικο ή και ειρωνικό καθώς οι κριτές δεν μπορούν να είναι πλήρως αμερόληπτοι. Όπως και οι μικροί διαγωνισμοί λογοτεχνίας που διοργανώνονται από φορείς του επιπέδου των ελληνικών πόλεων και νομών μας, δημιουργούν αντικίνητρα αντί να παρακινούν σε κάτι θεμιτό.

Κάποιοι αφιέρωσαν τη ζωή τους σε ανθρωπιστικά ζητήματα όπως και κάποιοι άλλοι επιλέχθηκαν για την ασταμάτητη προσπάθειά τους. Οι σημαντικότεροι στελέχωσαν τους οργανικούς πνευματικούς και διοικητικούς χώρους και προχώρησαν σε σημαντικά έργα χωρίς να χρειαστούν αμοιβή για να βοηθήσουν την ανθρωπότητα. Μόνον με μια ιδιότητα του Ευρωπαίου διανοητή μπορούμε να υπενθυμίζουμε τις κοινώς αποδεκτές αδυναμίες των βραβείων διεθνούς κύρους. Παρακολουθώντας το κύρος της Σουηδικής Ακαδημίας και της Νορβηγικής Επιτροπής Νόμπελ, έχουμε χρέος να βελτιώνουμε τη δική μας Διανόηση, τις δικές μας Επιτροπές αξιολόγησης και τη δική μας Διοίκηση. Ας σταματήσουμε και το μοιραίο αντικίνητρο δημιουργικότητας που προκαλούν, σε εκατοντάδες απορριφθέντες, οι «βραβεύσεις» των τοπικών διαγωνισμών ποίησης και πεζογραφίας. Εκτός κι αν λειτουργήσουν όπως τα Νόμπελ Λογοτεχνίας και απονέμονται από διορισμένη επιτροπή και μετά την παρέλευση χρόνου από το αναγνωρισμένο επίτευγμα.



Σε κάθε περίπτωση, παρακαλώ, ας μετονομαστούν από «βραβεία» σε «κίνητρα».

















Δεν υπάρχουν σχόλια: